Πολλοί από εμάς καταναλώνουμε περισσότερο αλάτι από ό,τι χρειάζεται ο οργανισμός, σύμφωνα με τους ειδικούς.
Όπως υποστηρίζουν, οι περισσότεροι άνθρωποι καταναλώνουν 9 -10 γρ. ημερησίως, όταν οι ανάγκες μας δεν ξεπερνούν τα 5 – 6 γρ., δηλαδή 1 κουταλάκι του γλυκού.
Οι μελέτες που έχουν εστιάσει στην πρόσληψη αλατιού από τη διατροφή έχουν δείξει ότι οι άνθρωποι που μειώνουν σημαντικά από τη διατροφή τους την ποσότητα αλατιού που λαμβάνουν καθημερινά, μειώνουν κατά 25% τον κίνδυνο πιθανού καρδιαγγειακού νοσήματος ενώ, μειώνουν και τον κίνδυνο θανάτου από καρδιαγγειακή πάθηση κατά 20%.
Δύο πιο πρόσφατες έρευνες, συμπεριέλαβαν σε θεραπευτικές δοκιμές με μείωση του αλατιού της διατροφής 3.126 άτομα, τα οποία είχαν προ-υπέρταση, δηλαδή η πίεση τους βρισκόταν στα άνω όρια του κανονικού.
Οι επιστήμονες χώρισαν τους συμμετέχοντες σε ομάδες. Στη μία ομάδα οι συμμετέχοντες μείωναν κατά 25% – 35% το αλάτι της διατροφής τους σε καθημερινή βάση, δηλαδή από 10 σε 7 γρ. ενώ η άλλη ομάδα δεν μείωνε την πρόσληψη αλατιού από τη διατροφή της.
Παρακολουθώντας την εξέλιξη όλων των συμμετεχόντων επί σειρά ετών, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι αυτοί που μείωναν το αλάτι διατροφής κατά τη διάρκεια των ερευνών, συνέχισαν να μειώνουν το αλάτι που έτρωγαν και μετά.
Στα 10 με 15 έτη μετά το τέλος των δύο ερευνών, οι γιατροί διαπίστωσαν ότι οι ασθενείς που είχαν προ-υπέρταση και συνέχισαν να μειώνουν το αλάτι της διατροφής τους, είχαν 25% λιγότερες πιθανότητες για καρδιαγγειακή νόσο και 20% λιγότερες πιθανότητες να χάσουν τη ζωή τους από κάποια καρδιακή πάθηση.
Η συμβουλή των ειδικών είναι ότι πρέπει να καταναλώνουμε λιγότερο από 5 γρ. αλάτι καθημερινά αν θέλουμε να έχουμε υγιή καρδιά.
Ακόμη, κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου καθώς ο κίνδυνος υπερ-πρόσληψης αλατιού δεν είναι μόνο από αυτό που βάζουμε στο φαγητό μας, αλλά και από τα έτοιμα και τα προπαρασκευασμένα τρόφιμα, τα οποία ξεχνάμε ότι είναι πλούσια σε αλάτι.
Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι το 75% του αλατιού που τρώμε προέρχεται από τρόφιμα ή έτοιμα φαγητά που αγοράζουμε.