Του Κύπρου Κάδμειου
Αναμφισβήτητα η κάρτα φιλάθλου είναι το φλέγον θέμα των τελευταίων μηνών. Ασχολείσαι ή όχι με τον κυπριακό αθλητισμό, έχεις εκδώσει ή όχι κάρτα φιλάθλου, το ποδόσφαιρο στην Κύπρο είναι μια μικρογραφία της κατάστασης του νησιού μας και αυτό το ζήτημα μας αφορά όλους! Η κάρτα φιλάθλου ίσχυσε από την αρχή της τρέχουσας αγωνιστικής περιόδου σε όλα τα αθλήματα και είχε ως απώτερο σκοπό την ανακοπή, εξουδετέρωση και καταστολή της βίας στα γήπεδα. Φέτος δεν είχαμε σημαντικά κρούσματα βίας. Είναι, όμως, αποτέλεσμα της «επιτυχημένης» κάρτας φιλάθλου ή σχετίζεται με τη δραματική μείωση της προσέλευσης του κόσμου στα γήπεδα;
Ακούγοντας τον τελευταίο καιρό όλους όσοι προσπαθούν να μας πείσουν πως η κάρτα φιλάθλου δεν έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη μείωση της προσέλευσης του κόσμου στα γήπεδα, ένιωσα την ανάγκη να διατυπώσω τις δικές μου ιδέες σαν νέος της Κύπρου. Πρώτα απ’ όλα, θέλω να ξεκαθαρίσω ότι δε θεωρώ ως βάσιμα επιχειρήματα όσα ακούγονται για την κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε τώρα, όπως τις έντονες καιρικές συνθήκες, τις ακάθαρτες τουαλέτες και τις τιμές προϊόντων στις καντίνες.
Αυτά υπήρχαν ανέκαθεν. Ας είμαστε, λοιπόν, ρεαλιστές! Είτε θέλουμε να το κατανοήσουμε είτε όχι, ο νόμος επηρέασε σε καθοριστικό βαθμό την παρουσία του φίλαθλου κοινού σε όλους τους αγωνιστικούς χώρους. Τρανταχτό παράδειγμα είναι τα ντέρμπυ που, ενώ παραδοσιακά συγκέντρωναν πάνω από 12,000 φιλάθλους, φέτος παίζονται λες και είναι φιλικά ή και προπονήσεις. Αρκετοί, επίσης υποστηρίζουν ότι η κάρτα έχει απομακρύνει περισσότερο τα οργανωμένα σύνολα κάθε ομάδας και ότι ο κύριος λόγος που απέχουν είναι διότι «φοβούνται να μην συλληφθούν» δίνοντας τα στοιχεία τους.
Ας υπολογίσουμε ότι ένα οργανωμένο σύνολο μεγάλης ομάδας αριθμεί, στην καλύτερη περίπτωση, γύρω στους 1500 φιλάθλους. Οι υπόλοιποι φίλαθλοι, πού είναι; Όλος αυτός ο κόσμος που απουσιάζει από τα γήπεδα συμπεριλαμβανομένων των κατόχων εισιτηρίων διαρκείας, φοβάται δηλαδή πως θα συλληφθεί;
Γι’ αυτό εισηγούμαι όπως σταματήσουμε να εργαζόμαστε «μπακκαλίστικα» και «κυπριακά», να σταματήσουμε να αγνοούμε ετσιθελικά την αποτυχία του νόμου φοβούμενοι μη μας αποκαλέσουν «αποτυχημένους» και να δούμε την ωμή πραγματικότητα όπως έχει. Εκτός και αν τα κίνητρα σας είναι άλλα…Βρισκόμαστε στο 2019. Ας εφαρμόσουμε το γνωστό «trial and error», δηλαδή, αφού δοκιμάστηκε και απέτυχε, είναι καιρός να το αναλύσουμε, να δούμε τι έφταιξε και να προχωρήσουμε παρακάτω.
Καταρχήν, ο νόμος περί προσωπικών δεδομένων δημιουργήθηκε από τα ίδια τα κράτη ώστε να υπάρξει προστασία και ελευθερία του πολίτη. Δημιουργήθηκε επειδή έπρεπε να καταπολεμηθεί το θέμα κατάχρησης των προσωπικών μας δεδομένων είτε από κρατικές ή ιδιωτικές υπηρεσίες και θεσμούς, είτε από την ίδια την αστυνομία. Αυτό ισχύει σε ολόκληρο τον κόσμο. Αν θέλουμε να μιλούμε ευθέως και χωρίς να κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλο μας, η νομοθεσία της κάρτας φιλάθλου εξαπατά τον ίδιο το νόμο περί προστασίας των προσωπικών μας δεδομένων. Θα δώσω δύο παραδείγματα:
1. Η αστυνομία θα μπορεί να δρα και να προχωρά σε συλλήψεις χωρίς δικαστικά εντάλματα, μόνο με την υπόνοια «βάσιμων» πληροφοριών, χρησιμοποιώντας το αρχείο δεδομένων που έχει δημιουργηθεί από τις εγγεγραμμένες κάρτες φιλάθλου. Δηλαδή, ο κρατικός μηχανισμός καταπατά ένα σημαντικό νόμο για έναν άλλο. Πόσο βάσιμες πρέπει να είναι αυτές οι πληροφορίες, τέλος πάντων, για να μπορεί η αστυνομία να προχωρά σε συλλήψεις παρακάμπτοντας ένα ολόκληρο σύστημα; Αυτό δεν το έχει ξεκαθαρίσει κανείς μέχρι τώρα. Πρώτα από όλα, για να εκδοθεί δικαστικό ένταλμα, χρειάζονται και τα απαραίτητα αποδεικτικά στοιχεία ότι κάποιος έχει διαπράξει αδίκημα. Δεν αρκούν μόνο οι «βάσιμες» πληροφορίες του οποιουδήποτε. Αντιλαμβάνομαι ότι η αστυνομία παρακάμπτει ένα ολόκληρο νόμο για να επιτυγχάνει τους στόχους της.
2. Δεύτερο και πιο σημαντικό: Δυστυχώς, το κυπριακό ποδόσφαιρο είναι πολιτικοποιημένο. Με τη χρήση των δεδομένων μέσω της κάρτας φιλάθλου και της ομάδας που υποστηρίζουμε, μπορούν πανεύκολα να μας κατατάξουν και να στοχοποιήσουν τον καθένα μας όπου και όπως αυτοί θέλουν χωρίς καν εμείς να το γνωρίζουμε. Φανταστείτε τι άλλο μπορούν να κάνουν με τέτοιου είδους πληροφορίες!
Ισχυρίζομαι πως η ανάγκη να υπάρξει ασφάλεια στα γήπεδα καταπατά την ισορροπία που πρέπει να υπάρχει μεταξύ ασφάλειας και ελευθερίας εντός και εκτός των γηπέδων.
Είδαμε τις προάλλες τον Υπουργό Δικαιοσύνης να καταβάλλει μια ύστατη προσπάθεια να περισώσει ό,τι σώζεται. Αφού συναντήθηκε με αρχηγούς κομμάτων, πολιτικούς και αθλητικούς παράγοντες κατέληξαν τελικά πως πρέπει να υπάρξουν τροποποιήσεις στο νόμο. Ένας νόμος ο οποίος εφαρμόστηκε σε άλλα μεγάλα πρωταθλήματα της Ευρώπης, απέτυχε παταγωδώς και καταψηφίστηκε. Σημειώστε ότι είναι οι ίδιοι που μέχρι σήμερα δεν παραδέχονται πως ο νόμος αυτός απέτυχε και προσπαθούν να μας πείσουν ότι οι λόγοι που τα γήπεδα μας είναι άδεια, είναι άλλοι.
Τότε γιατί ένας νόμος που έχει επιτύχει όπως λένε, χρειάζεται τροποποιήσεις; Φάσκουν και αντιφάσκουν. Αυτό μου υποβάλλει πως για άλλη μια φορά ένας ακόμη νόμος θεσπίστηκε για να ικανοποιήσει συμφέροντα τρίτων και όχι για να κατασταλεί η βία στα γήπεδα. Ένας νόμος που αποδεδειγμένα δεν έχει επιτύχει και ούτε πρόκειται, δεν χρειάζεται τροποποιήσεις, χρειάζεται κατάργηση, ομαδικές συζητήσεις και πράξεις με κοινό όφελος. Και μη σας ξεγελά η ιδέα της «loyalty card» που αναφέρθηκε ως προσχέδιο, αφού στην ουσία δίνεται η ευθύνη στα σωματεία απλώς και μόνο για να ηχεί πιο ωραία στα αυτιά του κόσμου. Η νομοθεσία παραμένει ως έχει. Παλιά μου τέχνη κόσκινο…
Γνωρίζουμε ότι η κυπριακή κουλτούρα δε συνάδει με εκείνες άλλων χωρών. Είμαστε «φούρποι» εκ γενετής. Το ποδόσφαιρο είναι στο αίμα μας και ανέκαθεν για μας ήταν χώρος διασκέδασης, ξεχασιάς και υποστήριξης της ομάδας μας. Αλλ’ όχι, κάποιοι έπρεπε να το πειράξουν και αυτό! Να μην έχουμε, δηλαδή, κάτι που να μας συναρπάζει πέραν από τη θλιβερή κατάσταση πραγμάτων στο νησί μας. Λες και δεν μας έφτανε η διαφθορά που δέρνει το κυπριακό πρωτάθλημα, έπρεπε να εμπλακούν και άλλοι εξωγενείς παράγοντες, για να το «διορθώσουν».
Δεν μπορείς να γίνεις «Emirates» από τη μια μέρα στην άλλη. Αν θες να γίνεις, κτίσε τις απαραίτητες εγκαταστάσεις, τοποθέτησε δερμάτινες καρέκλες, πρόσφερε μπιρίτσα και χαβιάρι. Μετά φέρτε και την κάρτα. Βεβαίως και είμαστε υπέρ της καταπολέμησης της βίας στα γήπεδα, αλλά πρέπει να βρούμε μια λογική λύση η οποία, πραγματικά, μπορεί να δουλέψει και να ταιριάζει με την κυπριακή κουλτούρα. Αν θέλετε να μιλήσουμε και να αναλύσουμε τα πραγματικά προβλήματα που ταλανίζουν το καημένο κυπριακό ποδόσφαιρο και, κατ’ επέκταση, την κυπριακή κοινωνία, επισημαίνω τα εξής τρία:
1. Ερασιτεχνισμός διαχείρισης προσωπικών δεδομένων. Παράδειγμα: Η τραγελαφική διαχείριση της υπόθεσης του τερματοφύλακα της Ανόρθωσης και πώς βρέθηκαν φάκελοι με προσωπικά δεδομένα σε χέρια τρίτων. Οι καθ’ ύλην αρμόδιοι δεν μπορούν καν να ελέγξουν τα στοιχεία των ποδοσφαιριστών της πρώτης κατηγορίας, πόσο μάλλον τα δικά μας που είναι χιλιάδες.
2. Γήπεδα ερείπια που δεν μπορούν να υποστηρίξουν επαγγελματικούς αγώνες. Δεν πληρούν τα κριτήρια ούτε καν για τον αγώνα του πρώτου ευρωπαϊκού γύρου. Γήπεδα που με ελάχιστη διάρκεια βροχόπτωσης πλημμυρίζουν και κρίνονται ακατάλληλα να διεξαχθούν αγώνες. Το νόμο της κάρτας τον περάσατε και τα στοιχεία του κόσμου τα θέλετε εδώ και τώρα. Τις εγκαταστάσεις, όμως, και την απαραίτητη τεχνολογία την έχουν όλα τα κυπριακά γήπεδα για να μπορεί να γίνει η ταυτοποίηση, όταν και όπως χρειάζεται; Ή μήπως και πάλι η λύση της βίας στα γήπεδα δεν είναι η προτεραιότητα σας; Φέτος με μηδαμινό κόσμο στα γήπεδα, ακόμα και στο Γ.Σ.Π. με τόσες κάμερες και εγκαταστάσεις, υπήρξαν περιπτώσεις που φίλαθλοι δρούσαν εκτός του νομικού πλαισίου. Ρήψη αντικειμένων, ρατσιστικές επιθέσεις κοκ. Έγινε κάτι γι’ αυτό; Όχι, βέβαια.
3. Τελευταίο και πιο σημαντικό, είναι η διαφθορά, η ανικανότητα και η προσπάθεια για παραπλάνηση που επικρατεί όχι μόνο στο κυπριακό ποδόσφαιρο αλλά και σε ολόκληρο το νησί από τους διάφορους διοικούντες. Θα δώσω δύο απλά παραδείγματα:
- Κόκκινοι φάκελοι πηγαινοέρχονται, συζητούνται, αναλύονται και την ευθύνη αναλαμβάνει κάθε φορά ο «κύριος κανείς». Το παραλήρημα για τα στημένα της Β’ κατηγορίας καλά κρατεί ακόμη!
- Είδαμε σε παιχνίδι μεταξύ ΑΕΛ–ΑΠΟΕΛ να μένουν ορθάνοιχτες οι πύλες των κερκίδων, οπαδοί να εισβάλλουν στον αγωνιστικό χώρο και η αστυνομία να βλέπει απαθώς από μακριά. Μέχρι και ο εκφωνητής δεν πίστευε στα μάτια του με τη στάση της αστυνομίας. Τις επόμενες μέρες είχαμε επαναφορά του νόμου για την κάρτα οπαδού. Εσείς, πώς το κρίνετε αυτό; Το θεωρώ σαν μια από τις μεγαλύτερες στημένες προπαγανδιστικές κινήσεις για την επιβολή της κάρτας στο κυπριακό ποδόσφαιρο. Κατάφεραν να περάσουν ένα νόμο άρον-άρον όσο ακόμα ο κόσμος ήταν φανερά επηρεασμένος από το συμβάν για να αποφευχθούν οποιεσδήποτε ερωτήσεις. Μήπως και φανερωθούν οι τρύπες που έχει το σύστημα, όπως και τα πραγματικά κίνητρα πίσω από την κάρτα.
Επισημαίνω τα πιο πάνω επειδή με αυτά που βλέπω να γίνονται στον τόπο μας δεν μπορώ να έχω εμπιστοσύνη σε όσους κατέχουν νευραλγικές θέσεις. Πόσο μάλλον να διαχειρίζονται και να φακελώνουν τα προσωπικά μας δεδομένα όπως αυτοί θέλουν. Επιτέλους, πρέπει να σταματήσει ο επιλεκτικός χειρισμός αναλόγως της περίστασης και του προσώπου που κατηγορείται. Ας κάτσει ο κάθε κατεργάρης στο πάγκο του και αντί να ζητά από εμάς υποστήριξη για συνέχιση της παρούσας κατάστασης, ας εισακουστεί μια φορά κάτι καινούργιο, χωρίς αλλότρια συμφέροντα.
Τελειώνοντας, θέλω να επισημάνω ότι κάθε λογικός, νούσιμος και νομοταγής άνθρωπος και φίλαθλος είναι υπέρ της επίλυσης του προβλήματος της βίας στα γήπεδα. Από την άλλη, κάθε αλλαγή μπορεί να εφαρμοστεί αφού εξεταστούν και αναλυθούν όλες οι πτυχές του θέματος και προπάντων με αργά, σωστά βήματα και προσεκτικούς χειρισμούς. Όχι από τη μια μέρα στην άλλη. Πόσο μάλλον όταν πρόκειται για μια τόσο τεράστια διαφοροποίηση στο κυπριακό ποδόσφαιρο και κατ’ επέκταση της κουλτούρας μας. Ας δουλέψουμε μεθοδικά για το καλό του τόπου μας. Και για την ιστορία: Όταν ο στόχος ήταν 140,000 κάρτες και εκδόθηκαν οι μισές, η αποτυχία είναι ενδεικτική. Συνιστά μια Πύρρειο ποδοσφαιρική νίκη. Απλώς, όμως, κάποιοι επιλέγουν να εθελοτυφλούν.